Ηδονή ή λογικότητα; – Pleasure or Logic?

Ποια είναι η πηγή της ανθρώπινης ευδαιμονίας; Η ηδονή ή η λογικότητα;

Το ερώτημα απασχόλησε τους Έλληνες και τους Ρωμαίους της ελληνιστικής εποχής (323 π.Χ. – 31 π.Χ.), στη διάρκεια της οποίας ακόμη και μετά την πολιτική κατάκτηση της Ελλάδας από τη Ρώμη, η φιλοσοφία παρέμεινε κυρίως ελληνική δραστηριότητα. 

Ο Επίκουρος θεωρούσε ότι η πηγή της ανθρώπινης ευδαιμονίας είναι η ηδονή. Ο Ζήνων θεωρούσε ότι η πηγή της ανθρώπινης ευδαιμονίας είναι η λογικότητα.

Επίκουρος και επικούρειος, για πολλούς, αποτελούν συνώνυμα του φιλήδονα, του καλοπερασάκια και του τρυφηλού. Σε πολλά «έγκυρα» λεξικά όλου του κόσμου, διαβάζουμε ότι ο επικουρισμός, η επικούρεια αντίληψη για τη ζωή, δεν είναι τίποτα άλλο παρά η λατρεία των ευχαριστήσεων, η μόνιμη αναζήτηση, τέρψεων, ηδονών και καλοπέρασης. Σε αυτό το πνεύμα, ο σεφ Σαρλ Ράνχοφερ (Charles Ranhofer) που μαγείρευε στο φημισμένο εστιατόριο Ντελμόνικο (Delmonico) στη Νέα Υόρκη στα τέλη του 19ου αιώνα, ονόμασε το βιβλίο του ‘Ο Επικούρειος: Το κλασσικό βιβλίο μαγειρικής του 1893’ (The Epicurean: The Classic 1893 Cookbook).  Όμως όλα αυτά απέχουν πολύ από την ζωή και τη διδασκαλία του Επίκουρου.

Ο Επίκουρος γεννήθηκε στη Σάμο το 341 π.Χ. Σε ηλικία 18 ετών πήγε στην Αθήνα για τα δύο χρόνια της πολιτικής και στρατιωτικής του θητείας. Τα επόμενα 15 χρόνια παρέμεινε στα νησιά του  ανατολικού Αιγαίου και τα μικρασιατικά παράλια. Γύρισε στην Αθήνα το 307 π.Χ. σε ηλικία 34 ετών και παρέμεινε εκεί μέχρι τον θάνατο του το 270 π.Χ.

Σε αντίθεση με τους ιδεαλιστές, η Επικούρεια Σχολή έχει μια υλιστική θεώρηση του κόσμου και δίνει πρωτεύουσα θέση στην ηδονή στα πλαίσια μιας συνταγής για την καλοζωία. Στην είσοδο της Φιλοσοφικής Σχολής του Πλάτωνα στην Αθήνα, την Ακαδημία, υπήρχε η επιγραφή: «Μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω», δηλαδή «Να μην εισέλθει αυτός που δεν ξέρει γεωμετρία». Αντίθετα παραδίπλα, στην Σχολή του Επίκουρου, η επιγραφή έλεγε: «Ξένε, εδώ θα περάσεις καλά. Εδώ το υπέρτατο αγαθό είναι η ηδονή». Κατά τον Επίκουρο η ηδονή (ευχαρίστηση) είναι το άλφα και το ωμέγα μιας ευτυχισμένης ζωής.

Για τον Επίκουρο μια ηδονή είναι θεμιτή από ηθική πλευρά και πρέπει να την επιδιώκουμε, εφόσον αποτελεί μέσο διασφάλισης της κορυφαίας ηδονικής κατάστασής μας, που δεν είναι άλλη από την ψυχική μας ηρεμία. Ακόμα και ο πόνος, εάν ορισμένες φορές μας βοηθάει στην κατάκτηση της ψυχικής μας ηρεμίας, αποκτά θετική σημασία. Όμως η ηδονή κατά τον Επίκουρο είναι ορισμένη αρνητικά, σαν «η απουσία του πόνου από το σώμα και του φόβου από την ψυχή». Όταν μια επιθυμία είναι δύσκολο να πραγματοποιηθεί, αυτό είναι σημάδι ότι είτε είναι αφύσικη είτε είναι περιττή. Η ευχαρίστηση είναι το υπέρτατο αγαθό, όμως για να μπορέσει κανείς να την απολαύσει, θα πρέπει να διαθέτει τις πολιτικές αρετές της σύνεσης, της εντιμότητας και της δικαιοσύνης.

Ο Επίκουρος δεν αρνιόταν ότι υπάρχουν θεοί, όμως απέρριπτε την πίστη ότι οι θεοί είναι υπεύθυνοι για οποιοδήποτε φυσικό γεγονός. Έτσι χάραζε σαφή διαχωριστική γραμμή προς τον Αριστοτέλη που θεωρούσε ότι ο Θεός είναι καθαρή Νόηση που δεν ενεργεί στον κόσμο άμεσα, αλλά με τη μεσολάβηση των ουράνιων σωμάτων. Ο Επίκουρος θεωρούσε εξίσου εσφαλμένη και επικίνδυνη την πίστη ότι οι θεοί ασκούν κάποια επιρροή στα ανθρώπινα θέματα. Με τον τρόπο αυτό αρνούνταν τα θεμέλια της ελληνικής λαϊκής θρησκείας.   

Ο Επίκουρος μπορούσε να ικανοποιηθεί με ολίγα, και με μια λιχουδιά γινόταν ολόκληρο συμπόσιο. Η ικανοποίηση με ολίγα οδηγεί στην αυτάρκεια, που με τη σειρά της καταλήγει στην ελευθερία.

Στο πλαίσιο της μετριοπαθούς μορφής του ηδονισμού, το κριτήριο επιλογής μεταξύ των ηδονών δεν είναι πλέον ποσοτικό, δηλαδή η έντασή τους, αλλά ποιοτικό. Ο Επίκουρος διακρίνει τις καταστηματικές από τις κατά κίνησιν ηδονές, θεωρώντας τις πρώτες ανώτερες από τις δεύτερες. Οι κατά κίνησιν ηδονές είναι δυναμικές ηδονές, με την έννοια ότι όταν καρποφορούν, κάποιος εκπληρώνει μια επιθυμία του που όσο δεν την ικανοποιούσε ένιωθε δυσφορία. Η ικανοποίηση της πείνας, λοιπόν, κατά το χρονικό διάστημα που συντελείται, είναι μια κατά κίνησιν ηδονή. Η κατάσταση της ηρεμίας που ακολουθεί όταν ο άνθρωπος πλέον έχει χορτάσει, κατά τον Επίκουρο, είναι μια καταστηματική μορφή ηδονής. Άν όμως παρασυρθεί, φάει κατά τρόπο ανεξέλεγκτο και βαρυστομαχιάσει, θα έχει εκπληρώσει μια κατά κίνησιν ηδονή του, αλλά μη έχοντας αποκτήσει την καταστηματική ηδονή της ηρεμίας και της γαλήνης θα είναι δυστυχισμένος.

Με τον θάνατο έρχεται το τέλος όχι μόνο του σώματος αλλά και της ψυχής. Οι θεοί ούτε επιβραβεύουν ούτε τιμωρούν τους ανθρώπους. Το σύμπαν είναι άπειρο και αιώνιο. Τα γενόμενα στον κόσμο συμβαίνουν τελικά, με βάση τις κινήσεις και τις αλληλεπιδράσεις των ατόμων που διακινούνται στον κενό χώρο.

Οι τέσσερις “αρχές” που πρόβαλλε ο Επίκουρος είναι γνωστές ως η ‘τετραφάρμακος’:

Άφοβον ο θεός, ανύποπτον

Ο θεός δεν είναι για φόβο (διότι η θεϊκή δύναμη δεν απειλεί εκ φύσεως),

ο θάνατος και ταγαθόν μεν εύκτητον,

ο θάνατος δεν προκαλεί ανησυχία (διότι δεν υπάρχει μετά θάνατο ζωή) και το καλό (ό,τι πραγματικά χρειαζόμαστε) εύκολα αποκτιέται,

το δε δεινόν ευκαρτέρητον. 

το δε κακό αντέχεται (ό,τι μας κάνει να υποφέρουμε, εύκολα μπορούμε να το υπομείνουμε).

Μετά τον θάνατο του Επίκουρου κάποιοι από τους ακόλουθους του πήγαν στη Ρώμη, βρήκαν ομοϊδεάτες τους που είχαν ασπασθεί τις ιδέες του Επίκουρου, και συνέστησαν Επικούρειες Κοινότητες εκεί. Η φιλοσοφία του Επίκουρου έγινε πολύ δημοφιλής στους κύκλους των μορφωμένων  Ρωμαίων. Μια επιφανής Επικούρεια Σχολή ιδρύθηκε στη Νάπολη, με πρώτο διευθυντή τον Σύρο. Στην παραθαλάσσια πόλη του Ηρακλείου (Ερκουλάνουμ), ο Έλληνας φιλόσοφος Φιλόδημος ίδρυσε την μεγαλύτερη βιβλιοθήκη με πάπυρους για τον Επίκουρο. Βλέπε και το εδάφιο που ακολουθεί για το επίγραμμα του Φιλόδημου.

Κατά τον 19ο αιώνα, η φιλοσοφία του Επίκουρου εντυπωσίασε τον Κάρολο Μαρξ, ο οποίος το 1841 έγραψε διατριβή υπό τον τίτλο: «Διαφορά μεταξύ της φυσικής φιλοσοφίας του Δημόκριτου και του Επίκουρου», την οποία υπέβαλε στην Φιλοσοφική Σχολή τού Πανεπιστημίου της Ιέννας στη Γερμανία, και με αυτήν έλαβε τον τίτλο του διδάκτορα. Αργότερα ο Μαρξ ασπάστηκε τις στωικές ιδέες του Χέγκελ για το “Πνεύμα της (προδιαγεγραμμένης) Ιστορίας”.

Ο Έλληνας φιλόσοφος Ζήνων γεννήθηκε στο Κίτιο της Κύπρου το 333 π.Χ. και απέθανε στην Αθήνα το 262 π.Χ. Γύρω στο 300 π.Χ.  Ίδρυσε στην Αθήνα την Στωική Σχολή φιλοσοφίας, στην οποία άρχισε να διδάσκει γύρω στο 300 π.Χ.  Από το δεύτερο μισό του 2ου αιώνα π.Χ. ο Στωικισμός απέκτησε σταθερά θεμέλια στη Ρώμη. Ο Παναίτιος από τη Ρόδο (185 – 100 π.Χ.) ήταν στενός φίλος με τον Σκιπίωνα τον Αφρικανό, και η εξάπλωση του Στωικισμού στους Ρωμαίους κατά την ύστερη δημοκρατία οφείλει πιθανόν πολλά στην επίδραση του.

Ο Ζήνων κληρονόμησε από τους κυνικούς φιλοσόφους τη θεμελιακή άποψη για όλον τον Στωικισμό, ότι η πραγματική φύσις του ανθρώπου συνίσταται στη λογικότητα του. Για τους Στωικούς η λογικότητα είναι η μοναδική πηγή της ανθρώπινης ευδαιμονίας. Η ανθρώπινη φύση είναι έτσι συγκροτημένη ώστε να αναπτύσσεται από κάτι μη λογικό και ζωώδες σε μια δομή που καθορίζεται από το λογικό. Όπως αναφέρει ο Aulus Gellius, ο Ζήνων υποστήριζε ότι η ηδονή είναι πράγμα αδιάφορο, δηλαδή κάτι που δεν είναι ούτε αγαθό ούτε κακό.

Για τους Στωικούς το ισοδύναμο της ύπαρξης του Θεού είναι η θεϊκότητα της Φύσης. Θεωρούσαν ότι ο κόσμος μας, στον οποίο ενυπάρχει ο θεϊκός σκοπός και ενεργεί για το συμφέρον των λογικών όντων, είναι ο καλύτερος από όλους τους δυνατούς κόσμους. Οι αρρώστιες και οι φυσικές καταστροφές δεν αποτελούν καθεαυτές αντικείμενο του σχεδίου της Φύσης, αλλά αναπόφευκτη συνέπεια των καλών πραγμάτων που υπάρχουν. Η σθεναρή υπεράσπιση της θεϊκής πρόνοιας από τους Στωικούς αποτελεί πλήρη αντιστροφή της επικούρειας στάσης. Απόρροια του θεϊκού σκοπού και πρόνοιας είναι η αιτιοκρατία, την οποία υποστήριξαν οι Στωικοί. Κάθε συμβάν πρέπει να έχει μια αιτία. Η τύχη είναι απλά ένα όνομα για τις ανεξιχνίαστες αιτίες. Αυτή η αντίληψη οδήγησε στην κριτική ότι η στωική αιτιοκρατία καταργεί κάθε ανθρώπινη ελευθερία της πράξης. 

Οι Στωικοί ισχυρίζονταν ότι η αρετή, ο περιεκτικός σκοπός της ανθρώπινης φύσης, συγκροτεί απολύτως την ευδαιμονία. Για να ευδαιμονεί ο άνθρωπος δεν χρειάζεται παρά μόνο αρετή. Ο Αριστοτέλης όρισε την ευδαιμονία ως ‘ενέργεια της ψυχής σύμφωνη με την αρετή’, αναγνώρισε όμως ότι είναι απαραίτητο να κατέχει κανείς σε ικανοποιητικό βαθμό περιουσία, υγεία και άλλα αγαθά. Ο ισχυρισμός των Στωικών ότι τίποτε άλλο δεν προσδιορίζει την ευδαιμονία εκτός από την αρετή φαίνεται να είναι εσφαλμένος. 

‘ Ένα Δώρο για νέες νοικοκυρές’ της Ελένα Μαλαχάβιετς – A Gift for Young Housekeepers

Το βιβλίο της Ελένα Μαλαχάβιετς (Elena Molokhovets) «Ένα Δώρο για νέες νοικοκυρές» (Podarok molodym Khozjaikam  – A Gift for Young Housekeepers) περιγράφει την κουζίνα και έμμεσα τον πολιτισμό της ύστερης τσαρικής Ρωσίας. Το βιβλίο απευθύνεται σε εύπορες οικογένειες και στοχεύει να βοηθήσει  άπειρες νέες νοικοκυρές. Το βιβλίο δίνει μια μυθιστορηματική εικόνα της κουζίνας και της τραπεζαρίας των πλούσιων γαιοκτημόνων της Ρωσίας πριν το 1917. Περιλαμβάνει μενού για γιορτές και ειδικές περιστάσεις, καθημερινά μενού για τρία επίπεδα εισοδημάτων, μενού για τις ημέρες νηστείας, όπως και για τις οικιακές βοηθούς και τα παιδιά. Επίσης αναφέρεται στα εργαλεία και σκεύη που είναι απαραίτητα στην κουζίνα, και δίνει οδηγίες για το πως πρέπει να στρώνεται το τραπέζι για ένα γεύμα ή για το τσάι. Περιλαμβάνει επίσης συμβουλές για την διαχείριση του σπιτιού, όπως και για την καλλιέργεια μανιταριών στο κελάρι του σπιτιού, και την διαμόρφωση χώρου για να ξαπλώνει ο μάγειρας στην κουζίνα. Θέτει υψηλά ποιοτικά κριτήρια για την κουζίνα, ενώ ταυτόχρονα  εστιάζει και στη διαχείριση του κόστους.

Η συγγραφέας γεννήθηκε το 1831 στον Αρχάγγελο της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, σε μια οικογένεια στρατιωτικών. Το έτος θανάτου της συγγραφέως είναι άγνωστο. Παντρεύτηκε έναν αρχιτέκτονα και απέκτησε μαζί του δέκα παιδιά. Κατέγραφε συστηματικά τις συνταγές που μαγείρευε στο σπίτι της και όταν έγινε 30 χρονών, ο άντρας της της πρότεινε να τις εκδώσει σε ένα τόμο. Ο λογοκριτής της Αγίας Πετρούπολης ενέκρινε την έκδοση του βιβλίου την 9η Αυγούστου 1860.  Η πρώτη έκδοση κυκλοφόρησε την 21η Μαΐου 1861, το έτος που απελευθερώθηκαν οι δουλοπάροικοι και ο Τολστόι έγραφε το έργο του «Πόλεμος και Ειρήνη». Το βιβλίο περιείχε 1500 συνταγές και δεν ανέφερε το όνομα της συγγραφέως, ούτε καν τα αρχικά της. Η εικοστή έκδοση κυκλοφόρησε το 1897, περιείχε 3218 συνταγές και τυπώθηκε σε 800 σελίδες με μικρή γραμματοσειρά και ολίγα διαγράμματα, χωρίς καμία εικόνα. Η τελευταία έκδοση στα ρωσικά τυπώθηκε το 1920 στο Βερολίνο και περιείχε 1000 συνταγές περισσότερες από την εικοστή έκδοση.

Hermitage Fine Art, Monaco

Σε ορισμένες συνταγές η συγγραφέας προσδιορίζει το είδος νερού που πρέπει να χρησιμοποιηθεί. Διακρίνει τρία είδη νερού: από το ποτάμι, από το πηγάδι, και νερό βροχής. Η προτίμηση της είναι το ποταμίσιο, ενώ αποφεύγει το νερό του πηγαδιού, επειδή μολύνεται εύκολα.

Η νοικοκυρά θα πρέπει να προσέξει πριν σερβίρει πράσινα αγγουράκια τουρσί. Αν για παράδειγμα το αγγουράκι τουρσί είναι πολύ έντονα πράσινο, θα πρέπει να το τρυπήσει με μια καρφίτσα. Αν η καρφίτσα αλλάξει χρώμα προς το πράσινο, το τουρσί έχει υποστεί αλλοίωση σε μη επικασσιτερωμένο χάλκινο δοχείο και δεν πρέπει να καταναλωθεί.

Συμβουλεύει τις νοικοκυρές να καθαρίζουν στο ποτάμι τα βοδινά στομάχια με τα οποία θα μαγειρέψουν  πατσά, και τους προτείνει μετά την σφαγή να θάψουν το μοσχαρίσιο κρέας  σε καλό χώμα σε βάθος 1,5 μέτρα και να το αφήσουν εκεί 12 ώρες για να γίνει τρυφερό. Το λίπος που μένει από το ψήσιμο μιας αγριόκοτας ή μιας χήνας αναμειγνύεται με φαγόπυρο  για να φάνε οι υπηρέτες του σπιτιού.

Hermitage Fine Art, Monaco

Στην έκδοση του 1914 παρατίθενται οι μαρτυρίες αναγνωστριών από ένα σύλλογο γυναικών στο Σμολένσκ σύμφωνα με τις οποίες το βιβλίο έσωσε πολλές οικογένειες. Χάρη στις συμβουλές της συγγραφέως, οι νέες αυτές γυναίκες δημιούργησαν μια τόσο ευχάριστη ατμόσφαιρα στα σπίτια τους, που οι άντρες και οι πατεράδες τους δεν είχαν ανάγκη να ξεπορτίσουν σε εστιατόρια και καφενεία με όλες τις επώδυνες συνέπειες που θα μπορούσαν να έχουν αυτές οι αποδράσεις στην ομαλή ζωή της οικογένειας.     

Μετά την επανάσταση του 1917 το βιβλίο «Ένα Δώρο για νέες νοικοκυρές» θεωρήθηκε ότι ήταν ένα σύμβολο αστικής παρακμής και εξαφανίστηκε. Δημοσιεύτηκε στην αγγλική γλώσσα στις ΗΠΑ, αλλά στην Σοβιετική Ένωση παρέμεινε εκτός κυκλοφορίας μέχρι την κατάρρευση της το 1991. 

Edouard Manet: Boats and Ships

From the collection of the Musée d’Orsay in Paris, France. Most of them are not on display.

Edouard Manet, Marine, date indéterminée, aquarelle,

H. 11 ; L. 21 cm,

Don Mme Julien Pillaut, 1961, © RMN-Grand Palais (musée d’Orsay)/ Rachel Prat

Edouard Manet, Deux voiliers en mer, date indéterminée, mine de plomb ; papier vergé,

H. 9,2 ; L. 14 cm,

Achat, 1954, © RMN-Grand Palais (Musée d’Orsay)/ DR

Edouard Manet, Trois voiliers, date indéterminée,mine de plomb ; papier vergé,

H. 9 ; L. 14,1 cm,

Achat, 1954,© RMN-Grand Palais (Musée d’Orsay)/ DR

Edouard Manet, Deux voiliers en mer, date indéterminée, mine de plomb ; papier vergé,

H. 12,6 ; L. 8,5 cm,

Achat, 1954, © RMN-Grand Palais (Musée d’Orsay)/ DR

Edouard Manet, Croquis de voilier, date indéterminée, mine de plomb,

H. 14,3 ; L. 9,5 cm,

Legs Etienne Moreau-Nélaton, 1927,© RMN-Grand Palais (Musée d’Orsay)/ Michèle Bellot

Edouard Manet, Bateaux en mer, soleil couchant, en 1868, tableau, huile sur toile,

H. 42,0 ; L. 94,0 cm.,

Œuvre retrouvée en Allemagne après la seconde guerre mondiale et confiée à la garde des musées nationaux en 1951, © RMN-Grand Palais (Musée d’Orsay)/ image RMN-GP

Edouard Manet, Marine avec voiliers au clair de lune, date indéterminée, lavis d’encre de Chine ; mine de plomb, H. 19,7 ; L. 17,9 cm,

Achat, 1954, © RMN-Grand Palais (Musée d’Orsay) / Michèle Bellot

Brioche Paintings

I like brioches.

I like smelling them, I like viewing them, I like gently squeezing them, I like tasting them.

I also like paintings of brioches. I found five plus one of them, by Chardin, Manet and Picasso.

The sequence begins with Chardin and continues with three brioche paintings by Manet. The fifth painting has oysters as its main subject, but there is one brioche on the side, so I included it. The Picasso painting completes the sequence.

La Brioche, Chardin, 1763, Oil on canvas

Dimensions: Height: 0.47 m; Height with frame: 0.58 m; Width: 0.56 m; Width with frame: 0.675 m

Musée du Louvre, Paris

The Brioche, Edouard Manet (French, Paris 1832–1883 Paris)

1870, Oil on canvas

Dimensions: 25 5/8 x 31 7/8 in. (65.1 x 81 cm)

The Metropolitan Museum of Art, New York

Manet reportedly called still life the “touchstone of the painter.” From 1862 to 1870 he executed several large-scale tabletop scenes of fish and fruit, of which this is the last and most elaborate. It was inspired by the donation to the Louvre of a painting of a brioche by Jean Siméon Chardin, the eighteenth-century French master of still life.

It seems natural that Manet, who lavished attention on the painterly quality of his pictures, should be attracted to the work of Chardin, a master of illusionistic texture. Although Manet made several large-scale still lifes of fruit and fish in the mid-1860s, this work, of 1870, was inspired by the arrival at the Louvre of Chardin’s painting of a brioche.

Like Chardin, Manet surrounded the buttery bread with things to stimulate the senses—a brilliant white napkin, soft peaches, glistening plums, a polished knife, a bright red box—and, in traditional fashion, topped the brioche with a fragrant flower.

Edouard Manet (1832–1883). Nature morte, brioche, fleurs, poires. 1876.

Manet’s brush is liberated from the constraints of the literal reproduction of reality.

Edouard Manet (1832–1883). Nature morte, huîtres, citron, brioche. 1876.

The brioche is on the right side of the picture. As in the previous picture, the artist is now depicting reality with a broader less precise brush.

Title: Still Life with Brioche (Nature morte à la brioche)

Artist: Edouard Manet, French, 1832–1883
Date: 1880
Medium: oil on canvas
Dimensions: Work21 ¾ × 13 ⅞ in 55.24 × 35.24 cm
Carnegie Museum of Art, Pittsburgh

Manet was keen on depicting brioches.

On 16 October, 1882, the aspiring young trainee painter Blanche was tasked with the “test ultime pour le peintre” while visiting Manet in his new studio at 77 rue d’Amsterdam, to paint an ordinary bun. “Bring me a brioche, I want to see you paint a brioche, if you can paint a brioche then you can call yourself a painter.”

Pablo Picasso, 1909, La Brioche (Nature morte à la brioche).

Painted in 1909

With Picasso there is not much to say, the world is turned upside down. But it is ok, as long as we can convince ourselves that what we see is a brioche.

Κροκέτες Μπακαλιάρου


Η συνταγή αυτή (Buñuelos de Bacalao) από το βιβλίο της Claudia Roden “The Food of Spain” είναι πανεύκολη, και γευστική. Μου αρέσει επειδή συνδυάζει το ψάρι με την πατάτα και δεν έχει πολύ αλεύρι.
Υλικά
• 300 γραμμάρια πατάτες. καθαρισμένες και κομμένες σε κύβους
• 250 γραμμάρια υγράλατος μπακαλιάρος, που έχει αφαλατωθεί
• 2 μεγάλα αυγά, χτυπημένα ελαφρά
• 2 σκελίδες σκόρδο, περασμένες στον τρίφτη
• 2 κουτάλια της σούπας αλεύρι για όλες τις χρήσεις
• Αλάτι και πιπέρι (προσοχή στο αλάτι, μπορεί να έχει ο μπακαλιάρος)
• ½ κουταλάκι του γλυκού σόδα ή μπέϊκιν πάουντερ
• 4-5 κουτάλια της σούπας μπύρα
• 2 κουτάλια της σούπας πλατύφυλλο μαϊντανό κομμένο λεπτά
• Αραβοσιτέλαιο για το τηγάνισμα
Βράζετε τις πατάτες μέχρι να μαλακώσουν και μετά τις λιώνετε.
Αφαιρείτε το δέρμα και τα κόκκαλα από τον μπακαλιάρο, τον βράζετε σε ήπια βράση για 2 λεπτά, αφήνετε να κρυώσει και σπάτε τα κομμάτια σε ίνες με τα χέρια σας.
Αναμειγνύετε τις πατάτες με το μπακαλιάρο σε ένα μπολ, και προσθέτετε αλάτι και πιπέρι.
Προσθέστε τα λοιπά υλικά και ανακατέψτε καλά.
Τοποθετείστε στο ψυγείο για 2 ώρες.


Σε ένα τηγάνι με βαθύ πάτο τοποθετείστε λάδι που φτάνει στα 1,25 εκατοστά βάθος.
Αφήστε το λάδι να κάψει τόσο που ένα κομμάτι ψωμί σκουραίνει αλλά όχι πολύ γρήγορα, χωρίς να μαυρίζει.
Με ένα κουτάλι της σούπας παίρνετε μίγμα και φτιάχνετε μικρά δεματάκια. Καθένα να έχει περίπου 2 κουταλιές υλικό.
Τηγανίζετε μέχρι να πάρουν ένα χρυσαφί χρώμα, γυρίζοντας μόνο μια φορά.
Στεγνώνετε σε απορροφητικό χαρτί και σερβίρετε με μια φρέσκια σαλάτα.

An industrial site in Romania some years ago

Industrial site in Romania. Photo: Nikolaos Moropoulos
Industrial site in Romania. Photo: Nikolaos Moropoulos
Industrial site in Romania. Photo: Nikolaos Moropoulos
Industrial site in Romania. Photo: Nikolaos Moropoulos
Industrial site in Romania. Photo: Nikolaos Moropoulos
Industrial site in Romania. Photo: Nikolaos Moropoulos
Industrial site in Romania. Photo: Nikolaos Moropoulos
Industrial site in Romania. Photo: Nikolaos Moropoulos
Industrial site in Romania. Photo: Nikolaos Moropoulos
Industrial site in Romania. Photo: Nikolaos Moropoulos
Industrial site in Romania. Photo: Nikolaos Moropoulos

Στρόμπολι με ζαρζαβατικά

Η φαντασία των Ιταλών και η αφθονία των καλών προϊόντων έχει δημιουργήσει στη διαδρομή του χρόνου «οικογένειες» πιάτων, που έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό, αλλά διαφοροποιούνται ως προς κάποια χαρακτηριστικά τους.  Μια τέτοια οικογένεια είναι τα πιάτα που γίνονται με βάση τη ζύμη της πίτσας. Αυτή η οικογένεια έχει τρία επιφανή μέλη. Την πίτσα, το καλτσόνε, και το στρόμπολι.

Το Στρόμπολι είναι ένα μικρό ηφαιστειακό νησί στην Τυρρηνική Θάλασσα. Η ονομασία του στα ελληνικά είναι Στρογγύλη. Είναι πιθανότατο η ονομασία Στρόμπολι να είναι παραφθορά της Στρογγύλης. Το 1948 ο Ιταλός σκηνοθέτης Ρομπέρτο Ροσσελίνι  σκηνοθέτησε την ομώνυμη ταινία με θέμα μια Λιθουανή πρόσφυγα που παντρεύεται έναν εντόπιο νησιώτη, αλλά δεν γίνεται αποδεκτή από την κοινότητα. Η Σουηδή πρωταγωνίστρια Ίνγκριντ Μπέργκμαν ανέπτυξε ερωτικό δεσμό με τον σκηνοθέτη Ροσσελίνι. Η σχέση αυτή προκάλεσε σάλο εκείνη την εποχή στις ΗΠΑ επειδή και οι δύο ήταν παντρεμένοι. Οι ΗΠΑ συγχώρεσαν την Μπέργκμαν το 1965, όταν της απένειμαν το Όσκαρ για την ταινία «Αναστασία».

Το πιάτο στρόμπολι γεννήθηκε την δεκαετία του 1950 στην Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ. Ο Νατ Ρομάνο, ιδιοκτήτης του ομώνυμου ιταλικού εστιατόριου στην μικρή πόλη Έσσινγκτον της Πενσυλβανίας, μια μέρα έφτιαξε ένα πιάτο με αλλαντικά, μοτζαρέλα και ζύμη πίτσας. Αντί όμως να αφήσει απλωμένα τα υλικά, τύλιξε τη ζύμη και τα υλικά σε ένα ρολό και έτσι γεννήθηκε το στρόμπολι.

Η συνταγή που σας προτείνω σήμερα είναι μια παραλλαγή που έφτιαξα για να χρησιμοποιήσω τα ζαρζαβατικά (μελιτζάνα, πιπεριά, σέλινο, ντομάτα) που έκοψα από τον κήπο, παντρεμένα με κασέρι, μετσοβόνε και σύγκλινο.

Υλικά για τη ζύμη

  • 3 φλ αλεύρι  λευκό
  • 1,5 φλ νερό σε θερμοκρασία 45 βαθμών Κελσίου
  • 1 κ.τ.γλ ζάχαρη
  • 2 κ.τ.σ ελαιόλαδο
  • 2 κ.τ.γλ αλάτι
  • 1 φακελάκι ξερής μαγιάς

Παρασκευή της ζύμης

Σε ένα μεγάλο μπολ αναμειγνύομε το νερό, την μαγιά, ένα κουτάλι σούπας λάδι και την ζάχαρη.  Αφού ανακατέψουμε καλά, προσθέτουμε σιγά σιγά 1,5 φλυτζάνι αλεύρι και αναμειγνύουμε είτε με το χέρι  είτε στο μίξερ. Στο σχετικά υγρό μίγμα προσθέτουμε το αλάτι και το υπόλοιπο αλεύρι, και συνεχίζουμε το ανακάτωμα μέχρις ότου έχουμε ένα  ομοιογενές ελαστικό μίγμα.

Καλύπτουμε το ζυμάρι με το υπόλοιπο ελαιόλαδο και αφού το απορροφήσει, το πασπαλίζομε με αλεύρι και το τοποθετούμε σε ένα μπολ που του δίνει περιθώρια να διπλασιαστεί σε όγκο. Καλύπτομε με πλαστική μεμβράνη και μία βαμβακερή πετσέτα, και αφήνουμε να αφρατέψει για τουλάχιστον μία ώρα.

Υλικά για τη γέμιση

2 φλ τριμμένο κασέρι
1 φλ τριμμένο μετσοβόνε
1 φλ σύγκλινο κομμένο σε μικρούς κύβους
1 μεσαίο κρεμμύδι, κομμένο σε κυβάκια
1 ώριμη ντομάτα τριμμένη σε χοντρό τρίφτη
2 μελιτζάνες τσακώνικες κομμένες σε ροδέλες
1 πράσινη πιπεριά ψιλοκομμένη
Λίγα φύλλα φρέσκο σέλινο
Λίγα φύλλα φρέσκο δενδρολίβανο
Λίγα φύλλα φρέσκια ρίγανη
Λίγο αλάτι
Λίγο μαύρο πιπέρι
1 αυγό

Παρασκευή της γέμισης

Σε ένα τηγάνι σε μέτρια φωτιά μαραίνουμε το κρεμμύδι και προσθέτουμε την ντομάτα, και την πιπεριά. Αφού βράσουν όλα μαζί για λίγο, προσθέτουμε τις μελιτζάνες, το σέλινο, δεντρολίβανο και τη ρίγανη, το αλάτι και το πιπέρι και αφήνουμε να μαλακώσουν για 10 περίπου λεπτά. Σβήνουμε τη φωτιά και αφήνουμε το μίγμα να κρυώσει πλήρως.

Αφού κρυώσει εντελώς η γέμιση, κόβουμε το ζυμάρι στα δύο και ανοίγουμε κάθε κομμάτι σε ένα ορθογώνιο διαστάσεων 20 επι 35 εκ.  Προσέχουμε να μην είναι πολύ λεπτό το φύλλο, γιατί θα σκάσει και θα διαλυθεί το στρόμπολι.

Με ένα πινέλο αλείφουμε με το χτυπημένο αυγό την μία μικρή πλευρά του ορθογωνίου, και ελαφρά τις δύο μεγάλες πλευρές. Απλώνουμε τριμμένο κασέρι στη ζύμη, μετά λίγο από το κρύο μίγμα ζαρζαβατικών, μετά λίγο μετσοβόνε, και στο τέλος σύγκλινο. Τυλίγουμε προσεκτικά κατά μήκος της μεγάλης διάστασης και φροντίζουμε να είναι καλά «σφραγισμένο» το στρόμπολι. Τέλος, με ένα πιρούνι πιέζουμε τα άκρα για να κολλήσουνε μεταξύ τους.

Με το πινέλο αλείφουμε την επιφάνεια των στρόμπολι με το αυγό. Αν θέλετε τα στρόμπολι ξεροψημένα, καλό είναι να τα χαράξετε εγκάρσια.  Εγώ τα προτιμώ ζουμερά, κι έτσι δεν τα χαράζω.

Τοποθετούμε τα δύο στρόμπολι σε προθερμασμένο φούρνο (225 βαθμοί Κελσίου) και ψήνουμε για 20 – 25 λεπτά. 

Σερβίρισμα

Βγάζουμε από τον φούρνο και τα αφήνουμε να ηρεμήσουν για 15 λεπτά. Κόβουμε το ρολό εγκάρσια σε φέτες και σερβίρουμε με μια παγωμένη μπύρα ή ένα αγιωργίτικο.

Το μετσοβόνε δίνει μια έντονη γεύση στο μίγμα, και το απογειώνει. Δένει δε εξαιρετικά με το σύγκλινο, που είναι και αρωματικό και νόστιμο.

Σημείωση: Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά την 20 Ιουλίου 2015 στον ιστότοπο bostanistas.gr.

Ηπίως αλίπαστο σκουμπρί


Προτιμώ το σκουμπρί, όπως και όλα τα λιπαρά ψάρια ηπίως αλίπαστα.

Ηπίως αλίπαστο είναι το ψάρι που έχει μείνει σε ήπιο διάλυμα νερού και αλατιού για 2 ώρες.

Το κύριο χαρακτηριστικό του ηπίως αλίπαστου σκουμπρίου είναι ότι ότι η υφή του παραπέμπει σε φρέσκο σχεδόν ωμό ψάρι, αφού το αλάτι έχει μόνο δώσει μια υπέροχη γεύση χωρίς όμως να επισκιάζει την αυθεντική γεύση του ψαριού. Σε συνδυασμό με φρέσκο ελαιόλαδο και χυμό λεμόνι είναι ένας υπέροχος μεζές.
Ο Γιαπωνέζος σεφ Naomichi Yasuda ισχυρίζεται ότι το καλύτερο σούσι γίνεται με ολόφρεσκο ψάρι που έχει προηγούμενα καταψυχθεί.

Αυτό κάνω και εγώ με το σκουμπρί. Βάζω τα φρέσκα ψάρια σε μια λεκάνη με πολύ νερό και πάγο για τέσσερις περίπου ώρες για να φύγει το αίμα και μετά τα βάζω στον καταψύκτη. Τα αποψύχω λίγο πριν τα παρασκευάσω. Η διαδικασία αυτή σκοτώνει όλα τα παράσιτα και με κανένα τρόπο δεν χαλάει το ψάρι, αρκεί να μπει στην κατάψυξη φρέσκο. Στη συνέχεια φιλετάρω το σκουμπρί και αφαιρώ τη σκληρή πέτσα που έχει. Αν δεν θέλετε να μπείτε στον κόπο, ζητείστε να το κάνει ο ψαράς σας.

Υλικά
2 κιλά σκουμπρί φιλέτο, χωρίς την διαφανή σκληρή μεμβράνη που το περιβάλει
2 λίτρα νερό
2 κούπες χοντρό θαλασσινό αλάτι
½ κούπα ελαιόλαδο
1 λεμόνι στυμμένα
Παρασκευή
Εμβαπτίζουμε τα φιλέτα στο διάλυμα με το χοντρό αλάτι και το νερό, προσθέτοντας 2 κούπες θρυμματισμένο πάγο. Τα αφήνουμε 2 ώρες.
Στη συνέχεια στεγνώνουμε τα φιλέτα σε χαρτί απορροφητικό και τα τοποθετούμε σε μια πιατέλα. Προσθέτουμε το ελαιόλαδο και τα αφήνουμε 10 λεπτά πριν τα σερβίρουμε.
Σερβίρισμα
Προσθέτουμε σταγόνες από χυμό λεμονιού στο ψάρι πριν το σερβίρουμε. Συνοδεύουμε με φρέσκο ψωμί και τσίπουρο, ή ούζο, ή ένα δροσερό λευκό κρασί με οξύτητα και σώμα, όπως το ασύρτικο.

Grande Albergo Delle Rose

Το ιστορικό “Ξενοδοχείο των Ρόδων” κτίστηκε στη Ρόδο την περίοδο 1925 – 1927 σε σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα Φλορεστάνο ντι Φάουστο, που είχε αρχίσει να εργάζεται για τον Ιταλό Διοικητή των Δωδεκανήσων Μάριο Λάγκο από το 1923.

Ο Λάγκο είχε αναλάβει καθήκοντα το 1922 και φιλοδοξούσε να καταστήσει τα Δωδεκάνησα διεθνή τουριστικό προορισμό. Όταν τελείωσε η κατασκευή του το 1927, το κτίσμα συνδύαζε αρχιτεκτονικά στοιχεία από το Βυζάντιο, την Αραβία, την Οθωμανική Αυτοκρατορία, και την Βενετία.

Όμως η πληθώρα διαφορετικών στοιχείων στα οποία τονίζονταν ιδιαίτερα τα ανατολικά, δεν άρεσε στο νέο Διοικητή Τσέζαρε Μαρία ντε Βέκι, που ανέλαβε τα καθήκοντα του το 1936, και διέταξε την αφαίρεση τους, ώστε να κυριαρχήσει η αυστηρότητα που χαρακτήριζε την φασιστική αρχιτεκτονική.


Τα Δωδεκάνησα πέρασαν στην κυριαρχία της Ιταλίας το 1911 μετά τον Ιταλο-Τουρκικό πόλεμο. Η Ιταλική κατοχή επικυρώθηκε από την Συνθήκη της Λωζάννης το 1923. Οι Ιταλοί κατείχαν τα νησιά μέχρι το 1943, οπότε κατέρρευσε ο Ντούτσε και τα νησιά πέρασαν στην κατοχή των Γερμανών.

Μετά το τέλος του πολέμου το 1945, τη Διοίκηση των νησιών ανέλαβαν οι Άγγλοι. Με τη συνθήκη των Παρισίων του 1947 τα νησιά αποδόθηκαν στην Ελλάδα.

Το 1949 το ξενοδοχείο φιλοξένησε τις διαπραγματεύσεις για την παύση των εχθροπραξιών ανάμεσα στο Ισραήλ, την Αιγυπτο, την Ιορδανία και την Συρία.

Φωτογραφία: Ο εκπρόσωπος των Ηνωμένων Εθνών Abdel Moneim Moustafa (τρίτος από αριστερά) συνομιλεί με τον Κόμη Folke Bernadotte (στο κέντρο) στο ξενοδοχείο των Ρόδων. (by Frank Scherschel/The LIFE Picture Collection/Getty Images)

Ο νονός μου Νικόλαος Μαυρής διετέλεσε Διοικητής των Δωδεκανήσων αμέσως μετά την ενσωμάτωση. Διέμενε στο ξενοδοχείο των Ρόδων σε όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας του.

Σήμερα το ξενοδοχείο συνυπάρχει στο ιστορικό κτήριο με το καζίνο της Ρόδου.

Το επισκέφθηκα τον Απρίλιο 2023 και πέρασα υπέροχα.

Πέρα από την ιστορική διάσταση και την πολυτέλεια του κτηρίου, εκείνο που προσδίδει μεγάλη αξία στην παραμονή στο ξενοδοχείο είναι το εξαιρετικό προσωπικό.

Ελπίζω να το επισκεφθώ ξανά.

Οδός Αμερικής, Ρόδος


Το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας 1960 – 1970 η οικογένεια μου κατοικούσε στο ισόγειο διώροφης κατοικίας στην οδό Αμερικής στην πόλη της Ρόδου. Στον πρώτο όροφο κατοικούσε η οικογένεια του Σπύρου και Τασούλας, που είχε δύο γιούς, τον Μιχάλη και τον Παναγιώτη. Στην παιδική μας παρέα η αδελφή μου Τώνια και ο Μιχάλης ήταν οι «μεγάλοι», ο Παναγιώτης κι εγώ οι «μικροί».

Πρίν από λίγες μέρες είχα την ευτυχία να επισκεφθώ μαζί με την Τώνια την Ταούλα στην οικία της, όπου παρισταμένων των Μιχάλη και Παναγιώτη, και της γυναίκας του Παναγιώτη Λίντας, απολαύσαμε ένα εξαιρετικό γεύμα.

Το γέυμα άνοιξε με μια ψαρόσουπα σφυρίδας, εμπλουτισμένη με τα πράσινα μυρωδικά του Πάσχα. Το ολόφρεσκο ψάρι άντεξε την φιλική επίθεση των μυρωδικών και το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικό. Η Λίντα είναι κανή μαγείρισα!

Στη συνέχεια απόλαυσα τις μελιτζάνες του Ρετζέπ, που ήταν ένα μαγειρείο στο Ρόδο την δεκεταία του 1960. Δεν ξέρω πως τα κατάφερε, αλλά η Λίντα βρήκε τη συνταγή και με μετέφερε 50 και πλέον χρόνια πίσω, στο μαγειρείο του Ρετζέπ.

Μια ανάπαυλα με βραστά κολοκυθάκια παντρεμένα με ξινόπκρες πράσινες ελιές, ένα συνδυασμό που δεν είχα γευτεί πριν και με ενθουσίασε. Η άφατη γλύκα των κολοκυθιών συνδυάστηκε με το πικρό και ξινί της ελιάς και το αποτέλεσμα ήταν ηδονιστικό.

Το γέυμα ολοκληρώθηκε με το κυρίως πιάτο, κεφτεδάκια με δυόσμο, φτιαγμένα από την Λίντα και αυτά. Θα μπορούσα να τα φάω όλα, αλλά κρατήθηκα.

Για επιδόρπιο γεύτηκα ένα πανάλαφρο και γευστικό γαλακτομπούρεκο, πασπαλισμένο με κανέλα.

Δεν υπήρχε καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτή η συνεύρεση, και στέλνω θερμές ευχαριστίες στην Τασούλα, τον Μιχάλη, την Λίντα και τον Παναγιώτη για τη φιλοξενία.

Εις το επανιδείν!