Poison, Charles Baudelaire (from the collection “Les Fleurs du mal”)
Wine knows how to adorn the most sordid hovel
With marvelous luxury
And make more than one fabulous portal appear
In the gold of its red mist
Like a sun setting in a cloudy sky.
Opium magnifies that which is limitless,
Lengthens the unlimited,
Makes time deeper, hollows out voluptuousness,
And with dark, gloomy pleasures
Fills the soul beyond its capacity.
All that is not equal to the poison which flows
From your eyes, from your green eyes,
Lakes where my soul trembles and sees its evil side…
My dreams come in multitude
To slake their thirst in those bitter gulfs.
All that is not equal to the awful wonder
Of your biting saliva,
Charged with madness, that plunges my remorseless soul
Into oblivion
And rolls it in a swoon to the shores of death.
— William Aggeler, The Flowers of Evil (Fresno, CA: Academy Library Guild, 1954)
Nico Gabriel Pentzikis, the Rain
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, Η βροχή
Like the wind brnging the water, the ship with the sails is tilting
on one side, and the pas under the smooth keel,
and the multiheaded waves rock the boat
leafing through some mementos
submerged my whole being into nostalgia.
Όπως ο άνεμος που φέρνει νερό, γέρνει το πλοίο με τα ιστία
απ’ τη μια μπάντα, και περνούν κάτω απ’ την εύδρομη τρόπιδα,
και σκαμπανεβάζουν το κύτος τα πολυκέφαλα κύματα
το ξεφύλλισμα κάποιων αναμνηστικών,
έγειρε την ύπαρξή μου ολόκληρη στη νοσταλγία.
As the rainfall is, I want to determine,
when the thick drops hit
the blonde summer earth and transform its essence
and raise the smell.
Όπως είναι η βροχή, θέλω να προσδιορίσω,
όταν οι χοντρές στάλες χτυπούν
το ξανθό θερινό χώμα και μεταλλάσσουν την ουσία του
και σηκώνουν τη μυρωδιά.
Like the summer rainfall, when it creeps on the leaves
of the trees and their round shapes
wave shuddering.
Όπως είναι η θερινή βροχή, όταν συρτά περνά πάνω στα φύλλα
των δέντρων κι’ απ’ ανατρίχιασμα κυματίζει
το στρόγγυλο σχήμα τους.
Because your face that I seek is like the abundant rain,
and your green eyes like the heavey color of the weather.
Locked in my room I hear the tasteless rain knock
on the window of my solitude.
Seetest rain, rich in all places.
Γιατί το πρόσωπό σου που ζητώ είναι όπως η βροχή η άφθονη,
και τα πράσινα μάτια σου όπως το χρώμα του καιρού, το βαρύ.
Κλεισμένος στην κάμαρη την άγευστη βροχή ακούω να χτυπά
το παράθυρο της μοναξιάς μου.
Γλυκύτατη βροχή, πλούσια σ’ όλον τον τόπο.
(Newspaper “New Truth” Thessaloniki, 1938)
(Εφημερίδα «Νέα Αλήθεια» Θεσσαλονίκης, 1938)
http://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=6785.0#ixzz1BscjPF45
Lines written in dejection
W. B.Yeats
WHEN have I last looked on
The round green eyes and the long wavering bodies
Of the dark leopards of the moon?
All the wild witches, those most noble ladies,
For all their broom-sticks and their tears,
Their angry tears, are gone.
The holy centaurs of the hills are vanished;
I have nothing but the embittered sun;
Banished heroic mother moon and vanished,
And now that I have come to fifty years
I must endure the timid sun.
Δυο πρασινα ματια με μπλε βλεφαριδες… αυτο το τραγουδι το τραγουδουσε παντα ο πατερας μου. Σαν να τον ακουω. Και κανεις μας δεν ειχε πρασινα ματια. Μηπως σε μαγεψε καποιο ζευγαρι πρασινα ματια αγαπητε μου?
υπεροχωτατον το ασμα με τις μπλε βλεφαριδες, και περι ορεξεως κολοκυθοπιττα! ευτυχειτε δεσποιναριον!!!!
too early for endurances…
and I had the faint imression that you were attracted by the moist, hazel eyes of the andalusian beauties… 🙂
hi
ναταλια!!!!!!!!!
δεν κατανοω το πρωτο σχολιο – σε ποιες αντοχες αναφερεσαι;
η αναρτηση περι πρασινων ματιων δεν ανιρει κατα τι την αδυναμια μου προς τα καστανα υγρα αινιγματικα ματια της ανδαλουσιας