Ο “Μεγάλος Ανατολικός” είναι το πλοίο – πρωταγωνιστής στην ‘Πλωτή Πολιτεία (Une Ville Flottant, 1871)’, είναι ένα από τα μυθιστορήματα του Γάλλου συγγραφέα Ιουλίου Βερν. Ο Βερν περιγράφει τους επιβάτες και ξεδιπλώνει την μυθιστορία στα επίπεδα της κοινωνικής καταγωγής, του επαγγέλματος, του χρήματος, και των σχέσεων άνδρα – γυναίκας.
Ο Έλληνας ψυχαναλυτής και συγγραφέας Ανδρέας Εμπειρίκος παίρνει το πλοίο και το σκηνικό του Βερν και αλλάζει το επίπεδο. Πάει βαθιά, εκεί που οι επιθυμίες αγκαλιάζουν τις πράξεις, και το σεξ παίζει ρόλο κυρίαρχο. Φέρνει με τη γραφίδα του στην επιφάνεια τόσα και τόσα, που και μόνο το πλήθος τους κλονίζει, σε μια ολόκληρη ζωή ένας ‘κανονικός άνθρωπος΄ δεν θα διαβάσει, δεν θα ονειρευτεί, δεν θα πραγματώσει όλα αυτά τα επεισόδια, πόσο μάλλον στο διάβασμα ενός βιβλίου. Το πεδίο αυτό εκτός από το πλήθος των επεισοδίων, τρομάζει και ίσως απωθεί. Επειδή εκεί είναι συσσωρευμένα τόσα και τόσα απωθημένα, τραύματα, μικρά και μεγάλα εγκλήματα.
Όμως μέσα σε αυτό το πλοίο ο Εμπειρίκος αφηγείται και σκηνοθετεί με τρόπο αγαθό. Σε τελική ανάλυση, μας λέγει, αν αφήσουμε όλα αυτά τα συμπιεσμένα, καταπιεσμένα, φυλακισμένα στοιχειά να ξεφύγουν και να αντικρύσουν τον ουρανό έστω και για λίγο, μπορεί να γίνουμε καλύτεροι, επειδή έτσι τα αποδαιμονοποιούμε, επειδή έτσι δεν τα φοβόμαστε όσο τα φοβόμασταν πριν, επειδή μπορούμε έστω και για λίγο να μιλήσουμε για αυτά. Και αυτά στην εμπειρία του καθένα δεν είναι ανάγκη να είναι κόλπα περίεργα και δαιμονικά, αρκεί να είναι και ένα φιλί που δεν δόθηκε ποτέ, ή ένας παθιασμένος εναγκαλισμός που κόπηκε στη μέση και δεν συνεχίστηκε ποτέ.
Αυτό είναι το μεγάλο δώρο που μου έκανε ο Εμπειρίκος και το πλοίο του. Έβγαλε τα δαιμόνια του σεξ και του έρωτα από τις ντουλάπες του υποσυνείδητου, και τα πήγε βόλτα στο κατάστρωμα να πάρουν τον αέρα του Ατλαντικού. Κι έτσι τα εξημέρωσε και τα καθαγίασε, και δεν τα φοβάμαι πίά, και κοιμάμαι καλύτερα τα βράδια, και όταν κοιτάω ένα ζευγάρι ωραία πράσινα μάτια, το κάνω με ένα καλύτερο τρόπο.