Η ανάμνηση ενός κακού γεύματος

Ένα γεύμα μπορεί να αποτελέσει πηγή πολλών θετικών εμπειριών, να διεγείρει τις αισθήσεις, ακόμη και να δημιουργήσει ένα αίσθημα ευδαιμονίας. Από την άλλη μεριά, ένα γεύμα μπορεί να είναι τόσο κακό, που δεν μπορείς να το ξεχάσεις ακριβώς επειδή ήτανε τόσο κακό.

Ένα τέτοιο γεύμα ανασύρει από την μνήμη του και μοιράζεται μαζί μας ο Γερμανός συγγραφέας Βίνφριντ Γκέοργκ Ζέμπαλντ (1944-2001) στο οδοιπορικό πεζογράφημα του “Οι δακτύλιοι του Κρόνου” (Die Ringe des Saturn, Vito von Eichborn Verlag, Frankfurt am Main, 1995). Σημειώνω ότι στην έκδοση FISCHER Taschenbuch του 1997, υπάρχει και ο υπότιτλος “Eine englische Wallfahrt” (Ένα αγγλικό προσκύνημα).

Όπως γράφει μόλις στην πρώτη πρόταση του κειμένου, ο συγγραφέας ξεκινάει το οδοιπορικό του στην κομητεία του Σάφολκ “με την ελπίδα να αποδιώξω το κενό που με κυριεύει κάθε φορά που έχω τελειώσει μια σοβαρή δουλειά”. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το πολιτιστικό σχόλιο του αρθρογράφου της αγγλικής εφημερίδας Γκάρντιαν (The Guardian) Στούαρτ Τζέφρις (Stuart Jeffries) ότι οι Άγγλοι πάνε μια βόλτα για να ανακάμψουν, ενώ οι Αμερικάνοι για να ανακαλύψουν.

Ο Ζέμπαλντ αναφέρεται στο δείπνο που είχε στην πόλη Λόουσtοφτ (Lowesoft), που είναι παραθαλάσσια και βρίσκεται στην κομητεία του (Suffolk), στην ανατολική ακτή της Αγγλίας. Για τους μουσικόφιλους αναφέρω ότι στην πόλη αυτή γεννήθηκε το 1913 ο συνθέτης Μπέντζαμιν Μπρίττεν (Benjamin Britten), που είναι κατά τη γνώμη μου ο κορυφαίος Άγγλος μουσικοσυνθέτης όλων των εποχών.

Δεν μου είναι γνωστό, και ο συγγραφέας δεν δίνει κάποιον λόγο για την επίσκεψη του στην πόλη αυτή. Κατέλυσε στο ξενοδοχείο Άλμπιον (Albion) που βρισκόταν επάνω στην παραλιακή λεωφόρο, και μετά από μια βόλτα επέστρεψε στο ξενοδοχείο, όπου και δείπνησε.

“Εκείνο το απόγευμα ήμουνα ο μοναδικός πελάτης στην πελώρια αίθουσα εστίασης, και το ίδιο άτομο (που είχε προηγούμενα υποδεχθεί τον Ζέμπαλντ στην είσοδο του ξενοδοχείου κατά την άφιξη του) πήρε την παραγγελία μου και λίγο μετά μου έφερε ένα ψάρι που είχε αναμφίβολα παραμείνει ενταφιασμένα στην βαθιά κατάψυξη για χρόνια. Η πανοπλία από το πανάρισμα του ψαριού είχε καψαλιστεί σε ορισμένα σημεία από το ψήσιμο, και τα δόντια του πιρουνιού μου λύγισαν επάνω της. Μα την αλήθεια, ήτανε τόσο δύσκολο να τεμαχίσω κάτι που αποδείχτηκε ότι ήτανε τίποτε περισσότερο από ένα αδειανό κέλυφος, που το πιάτο μου είχε καταντήσει να είναι ένα απεχθές συνονθύλευμα όταν τελείωσε αυτή η επιχείρηση. Η αλοιφή ταρτάρ που είχα αδειάσει από ένα πλαστικό σακουλάκι είχε αποκτήσει ένα γκρίζο χρώμα από την επαφή της με τα καψαλισμένα τρίματα του παναρίσματος, και το ψάρι, ή εκείνο που έπαιζε τον ρόλο του ψαριού, κειτόταν σαν ένα θλιβερό στραπάτσο ανάμεσα στα μπιζέλια που είχανε το χρώμα του χορταριού και τα μουλιασμένα υπολείμματα από τις τηγανητές πατάτες, που γυάλιζαν από το λίπος που τις κάλυπτε.”

Η μετάφραση στα ελληνικά από την αγγλική μετάφραση του Michael Hulse, έκδοση Vintage Books 2002, είναι δική μου.

Ο σιδηροδρομικός σταθμός του Λόουστοφτ

“Οι δακτύλιοι του Κρόνου” έχουν μεταφρασθεί στα ελληνικά από τον Γιάννη Καλιφατίδη και εκδοθεί το 2009 από τις εκδόσεις “ΑΓΡΑ”.